Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2021

Βία. Είμαστε σε θέση να την αντιμετωπίσουμε;



Με τη μορφή χιονοστιβάδας έρχονται το τελευταίο διάστημα οι ειδήσεις για διάφορες μορφές βίας στη χώρα μας. Άνθρωποι του αθλητισμού, του καλλιτεχνικού χώρου αλλά και της διπλανής πόρτας δημοσιοποιούν γεγονότα και καταστάσεις που έχουν ζήσει. Το τελευταίο κομμάτι του πάζλ της βίας έρχεται βέβαια να συμπληρώσει η στατιστική, παρουσιάζοντας αυξανόμενα αποτελέσματα με ετήσιο ρυθμό μεγαλύτερο του 20%. Μία λέξη λοιπόν τόσο μικρή αλλά πολύ δυνατή μπορεί να χωρέσει μέσα της σκηνές από σεξουαλική - λεκτική - φραστική βία, κακοποίηση παιδιών, βιασμούς, τρομοκρατία, εκβιασμούς, παρενοχλήσεις αλλά και βία μέσα στην οικογένεια.

Μα πώς όμως να μην ζούμε τέτοιου είδους καταστάσεις αφού από τη μικρή μας ηλικία, μας έχουν μυήσει σε παρόμοιες σκηνές; Σκηνές βιασμού, σκοτωμοί και απαγωγές, είναι τα σενάρια που πρωταγωνιστούν στις κινηματογραφικές ταινίες όλων των εποχών. Συνήθως θύματα αυτού του φαινομένου είναι γυναίκες και παιδιά. Υπάρχουν βέβαια και άνδρες θύματα βίας, αλλά σε μικρό ποσοστό. Αυτές οι δύο κατηγορίες πρέπει να αντιμετωπίσουν, ίσως και σε καθημερινή βάση, τον πατέρα-σύζυγο που τους απειλεί αλλά και τους χτυπάει γιατί έχουν διαφορετική άποψη για κάτι, το σχολικό φίλο όπου μέσα από φραστική βία σε αναγκάζει να του δώσεις τη μπάλα, τον εργοδότη όπου πραγματοποιώντας τις επιθυμίες του ίσως αναβαθμίσει τη θέση σου και πολλά άλλα όπου ο ανθρώπινος νους, αν δεν τα ζήσει, δεν μπορεί να τα σκεφτεί.

Στις μέρες μας όμως η βία δεν σταματάει εκεί, ενδημεί και στο διαδίκτυο. Αυτό θα ήταν δύσκολο να το αποφύγουμε καθώς τον ελεύθερο μας χρόνο τον αξιοποιούμε εκεί.  Μ’ αυτόν τον τρόπο συμβάλουμε στο Cyber Bulling ή αλλιώς στον ηλεκτρονικό εκφοβισμό και βοηθάμε στην αύξηση των ποσοστών. Έτσι, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας μια στις 10 γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναφέρει ότι έχει υποστεί διαδικτυακή παρενόχληση από την ηλικία των 15 ετών συμπεριλαμβανομένων της λήψης ανεπιθύμητων, προσβλητικών ξεκάθαρα σεξουαλικών ηλεκτρονικών μηνυμάτων ή μηνύματα sms, ή προσβλητικών μηνυμάτων στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης. Ο κίνδυνος είναι υψηλότερος για τις γυναίκες μεταξύ 18 και 29 χρόνων.

Το ερώτημα όμως  που κυριαρχεί στα περισσότερα μυαλά ακούγοντας μία είδηση βίας είναι πώς γίνεται να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των ανθρώπων προέρχεται από προβληματικές οικογένειες, έχει βιώσει ανάλογες σκηνές στο παρελθόν και μέσα από αυτές τις πράξεις νιώθει ότι ανήκει σε μία ομάδα, έτσι σβήνει το αίσθημα της κατωτερότητας. Από την άλλη μεριά δεν είναι λίγες οι φορές όπου πίσω από κυκλώματα είναι αναμεμιγμένοι, μορφωμένοι άνθρωποι, διευθυντές επιχειρήσεων, άτομα σε υπεύθυνες θέσεις και αρκετοί ιερωμένοι.

Και πάμε λίγο στο σήμερα, στο πρώτο μήνα του 2021. Εδώ και δύο εβδομάδες έχω ακούσει και διαβάσει για τρεις βιασμούς. Η πρώτη αφορούσε την αθλήτρια Σοφία Μπεκατώρου που βρήκε τη δύναμη να μιλήσει μετά από χρόνια και να ενθαρρύνει και άλλες γυναίκες να κάνουν το ίδιο. Η δεύτερη, η οποία και με συγκλόνισε ήταν η μαρτυρία ενός μικρού κοριτσιού που πήγε για ιππασία και έγινε θύμα σεξουαλικής βίας, όπως περιέγραφε η πρωινή καθημερινή εφημερίδα. Και η τρίτη της ηθοποιού Ζέτας Δούκα που δέχτηκε λεκτική βία.

Σίγουρα όλοι η ελληνική κοινωνία συγκλονίστηκε από των καταιγισμό ειδήσεων που αφορούν βίες πράξεις. Όμως  υπάρχει και αυτό το κομμάτι ανθρώπων που αντί να υιοθετεί διαφορετική γνώμη για αυτό το φαινόμενο εκφράζει την αδιαφορία του αλλά και τις τύπου σύνηθες εκφράσεις «τα ‘θελες και τα ‘παθες», «έλα που δεν σ’ άρεσε», «τώρα θυμήθηκε να το πει». Όλα αυτά δηλαδή που χρησιμοποιούν οι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου άνθρωποι, χωρίς να τους νοιάζει αν τους ακούν τα παιδιά τους ή τα εγγόνια τους και μπορεί να ενστερνιστούν παρόμοιες συμπεριφορές κατά την ενηλικίωση τους. Από αυτούς τους ανθρώπους λοιπόν πρέπει να ξεκινήσουμε, αφαιρώντας τους τις παρωπίδες και έπειτα από τα παιδιά μαθαίνοντας τους να αντιδρούν σ’ αυτές τις πράξεις, να το ομολογούν άμεσα και να ζητάνε βοήθεια. Μόνο έτσι η κοινωνία μας θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αυτή τη μάστιγα και να προχωρήσει μπροστά.

Της Σταματίας Γκαραλιάκου

 stamatiagara@gmail.com

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2021

Εφημερίδες είμαστε, λάθη κάνουμε.

 




Είχα καιρό να αγοράσω εφημερίδα. Μου είχε λείψει η μυρωδιά της. Αυτή η μυρωδιά που ξυπνάει μνήμες ίσως και όνειρα, αφού αυτό που ονειρευόμουν πάντα ήταν να είμαι ‘’χωμένη’’ μέσα σε ένα γραφειάκι μιας εφημερίδας και να γράφω..

Κρατώντας την στα χέρια αναρωτιέμαι πόσοι νέοι σήμερα αγοράζουν εφημερίδα. Ίσως δύο τρεις. Δεν νομίζω παραπάνω..Η εφημερίδα είναι η συνήθεια των μεγάλων, η καθημερινή τους συνήθεια την οποία την συνοδεύουν με τον πρωινό καφέ τους. Στο χαρτί τα νέα της ημέρας ζωντανεύουν, πηχυαίοι τίτλοι, χρώματα, εικόνες, αλλού μεγάλα και αλλού μικρά  γράμματα θέλουν να  τραβήξουν τα βλέμματα και έτσι να περάσουν την είδηση. Όλες πάνω κάτω την ίδια θεματολογία έχουν, αυτό που αλλάζει είναι τα ρήματα, οπότε καταλαβαίνεις και σε ποια πολιτική παράταξη ανήκουν.

Η κάθε εφημερίδα κατέχει τη δική της θέση στο αναγνωστικό κοινό, άλλες με 200.000 φύλλα την ημέρα, άλλες με 160.000, ανάλογα τη προτιμάει ο καθένας. Επίσης, η κάθε εφημερίδα κρύβει και μία ιστορία, ένα λάθος του παρελθόντος που θα ήθελε να διαγράψει μια για πάντα. Κάτι που έχει γραφεί, μία μη διασταυρωμένη είδηση που έχει προκαλέσει αναστάτωση και έχει οδηγήσει μέχρι τις αίθουσες των δικαστηρίων.

Μέχρι πριν από λίγες μέρες, ακούγοντας την λέξη εφημερίδα το μυαλό μου έκανε συνειρμούς και έφερνε εικόνες από ανθρώπους να αγωνίζονται για την πρώτη είδηση, δημοσιογράφους να ξενυχτάν με ένα τσιγάρο στο χέρι συζητώντας για πολιτική αλλά και νέους να παλεύουν  για ένα ρεπορτάζ. Φυσικά, αξιόλογα άρθρα γεμάτα αλήθειες, ίσως κάποιες φορές με παραπάνω σάλτσες αλλά πάντα καλοδουλεμένα και με εξακριβωμένα στοιχεία.

Αυτό που ήρθε να μου ανατρέψει λίγο τους ειρμούς μου ήταν το βιβλίο του κυρίου Γιάννη Παντελάκη «Η χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας. 20+1 ιστορίες κιτρινισμού». Στεκόμουν ώρα στο βιβλιοπωλείο και παρατηρούσα τον τίτλο. Ποτέ το μυαλό μου δεν θα πήγαινε στις ιστορίες που περιέχει αυτό το βιβλίο. Ίσως ακόμα και τώρα να μην μπορώ να δεχτώ τα λάθη μεγάλων εφημερίδων και καναλιών. Ίσως γιατί στο μυαλό μου έχω μία άλλη δημοσιογραφία. Μία δημοσιογραφία καθαρή και τίμια. Ίσως πάλι ήταν κάποια λάθη, όλοι κάνουμε λάθη. Το ζητούμενο όμως είναι ότι τα περισσότερα γεγονότα διαδραματίστηκαν την εποχή που πάντα θα μου άρεσε να δουλεύω. Τώρα βάζω τον εαυτό μου στην κάθε ιστορία και σκέφτομαι πώς θα φερόμουν αν ήμουν παρόν σ’ αυτά τα γεγονότα.

Της Σταματίας Γκαραλιάκου     

Η κουλτούρα της εποχής

  Σημασία, σε μία χρονική περίοδο που οι περισσότεροι άνθρωποι βρίσκονται σε άδεια, η πλειοψηφία των εταιριών και των υπηρεσιών είναι κλειστ...